«Κτῆμα ἐς αἰεί μᾶλλον ἤ ἀγώνισμα ἐς τό παραχρῆμα ἀκούειν»
Με τη φράση αυτή ο Θουκυδίδης αναφέρει ότι το έργο του, η Ιστορία, δεν γράφτηκε για να προσφέρει πρόσκαιρη ευχαρίστηση στον αναγνώστη αλλά για να έχει παντοτινή αξία και χρησιμότητα. Το έργο μου, έγραψε, θα κριθεί ὡφέλιμον σε όσους θελήσουν να έχουν σαφή γνώση για όσα συνέβησαν στο παρελθόν αλλά και για όσα πρόκειται να συμβούν στο μέλλον όσο η φύσις των ανθρώπων δεν αλλάζει. Η Ιστορία του Θουκυδίδη, αντίθετα με τα περισσότερα αποκτήματα, είναι αιώνιας αξίας και ευνοεί το στοχασμό με καθαρή ματιά πάνω στα συμβάντα. «τό σαφές σκοπεῖν». Στις δημηγορίες της Ιστορίας οι διάφοροι ομιλητές προλέγουν την πιθανή έκβαση των πολιτικών επιλογών τους και την μελλοντική πορεία των γεγονότων. Για τον Θουκυδίδη, εκείνο που απαιτείται, πάνω απ’ όλα, από έναν πολιτικό είναι η πρόγνωσις, η ικανότητά του να προβλέπει. Γι’ αυτό, η Ιστορία απευθύνεται ως ένα βαθμό σε μελλοντικούς πολιτικούς, ανθρώπους που δουλειά τους είναι να βλέπουν τις αληθινές, και όχι τις φαινομενικές αιτίες των πραγμάτων.
Γνωρίζουμε ότι Γερμανοί στρατιωτικοί σύμβουλοι συμβούλεψαν τους Τούρκους, να πάρουν μέτρα εκτόπισης, ακόμα και «καθολική εξολόθρεψη και απέλαση» των χριστιανικών πληθυσμών ως μέσο για τη συγκρότηση εθνικού κράτους. Τα γεγονότα μέχρι το 1922 είναι γνωστά, καταγεγραμμένα, και απαραίτητα, προκειμένου να εξάγουμε χρήσιμα συμπεράσματα ώστε να κατανοήσουμε και να κρίνουμε, μεταξύ άλλων, σωστά τις «κρουαζιέρες» του «Oruk Reis» για ... να απλώσει ''δίχτυα ψαρέματος'' ή του «Cesme» που κάνει ωκεανογραφικές έρευνες σε ελληνικές θάλασσες. Τις προαναγγελθείσες αυτές προκλήσεις η ελληνική ελίτ, και κυρίως η κυβέρνηση της ΝΔ, τις αντιμετώπισε με την τακτική του κατευνασμού, αποκλείοντας κάθε μορφής αποτροπής, παραδίνοντας (όπως δυστυχώς έδειξε η συνέχεια) τον ελληνικό θαλάσσιο χώρο στους Τούρκους.
Ο Θουκυδίδης, εξετάζοντας τις ανταγωνιστικές εμπορικές σχέσεις δύο ναυτικών δυνάμεων, Κορίνθου και Αθήνας, αναφέρεται στην ομιλία των Κορινθίων όταν αυτοί αξίωσαν από την Σπάρτη να συγκαλέσει συνέλευση αντιπροσώπων των πόλεων της πελοποννησιακής συμμαχίας, θέλοντας να εκβιάσουν πόλεμο ενάντια στην Αθήνα, ζωγραφίζοντας, πριν 2.500 χρόνια, αυτά που σήμερα συμβαίνουν στο Αιγαίο, την Ανατολική Μεσόγειο, την Ουκρανία κ.α.. «Γιατί υπεύθυνος για την υποδούλωση δεν είναι αυτός που την πραγματοποιεί, αλλά εκείνος που ενώ μπορεί να την εμποδίσει αδιαφορεί [..]. Και δε θα’ πρεπε πια να συζητούμε αν αδικούμαστε, αλλά για το πως θα αμυνθούμε. Γιατί οι αντίπαλοί μας αποφασισμένοι, με έργα και χωρίς αναβολές βαδίζουν κιόλας εναντίον μας, που στεκόμαστε αναποφάσιστοι. Γνωρίζουμε καλά την ταχτική των Αθηναίων, και πως σιγά σιγά καταπατούν τα δικαιώματα των γειτόνων τους. Κι όσο νομίζουν πως μένουν απαρατήρητοι, εξαιτίας της απροσεξίας σας, έχουν λιγότερο θάρρος. Αν όμως καταλάβουν ότι ξέρετε τις ενέργειές τους κι αδιαφορείτε, τότε θα γίνουν επιθετικότεροι». (Βιβλ. Α κεφ 69)
Και οι κυβερνώντες; Τί κάνουν οι εκ του Χάρβαντ προερχόμενοι στη διαμορφούμενη, αυτή, κατάσταση; Απλούστατα. Σαν φρόνημα και υπάκουα παιδιά στους πάτρονές τους (αυτό διδάχτηκαν καλά, και το εμπέδωσαν στο Χάρβαντ), εγκατέλειψαν τα τείχη της Πόλης και μαζεύτηκαν στην Αγορά. Πέσανε σε απραξία και περιμένουν τους βαρβάρους σκοπεύοντας να τους παραδώσουν αμαχητί τις εξουσίες προκειμένου, οι βάρβαροι να διευθετήσουν τα γεωπολιτικά τους συμφέροντα1, ακρωτηριάζοντας την Ελλάδα σε στεριά και θάλασσα.
Και ενώ οι τελευταίες εστίες του ελληνισμού έξω από τα ελληνικά σύνορα εγκαταλείπονται, οι ιθύνουσες τάξεις στην Ελλάδα, οι νεοκοτζαμπάσηδες, λούζονται στη διαφθορά και την πρόσκαιρη χλιδή τους. Χλιδή που απέχτησαν στηριζόμενοι σε ξένες δυνάμεις. Γι’ αυτό, όπως γράφει ο Παναγιώτης Ήφαιστος σκιαγραφώντας τη σημερινή εικόνα της Ελλάδας, «Δεν εκπλήττει ότι όλοι μαζί κατάντησαν να είναι εγχώριοι πραιτοριανοί ξένων συμφερόντων υπογράφοντας το ένα μνημόνιο μετά το άλλο και κατ’ ουσία καθιστώντας την κοινωνία έρμαιο κοινωνικοπολιτικά ανεξέλεγκτων διεθνικών κερδοσκόπων, τοκογλύφων και ηγεμονικών υπαλλήλων. Τα ιδεολογήματά τους ήταν φούσκα και εκεί τους οδήγησαν καταστρέφοντας την χώρα. Η έκπληξη είναι ότι στο επίπεδο των πολιτικών ελίτ αριθμητικά είναι πάρα πολλοί και όλοι μαζί συχνά συνωστίζονται στις εξουσιαστικές καρέκλες, όπου κατ’ εντολή της αδιαφανούς μεταμοντέρνας τεχνόσφαιρας αποφασίζουν μεταμεσονύκτια την θανατική καταδίκη του νεοελληνικού και του κυπριακού κράτους».
Παναγιώτης Καλογιάννης, Στοκχόλμη Σεπτέμβρης 2025